Μαίνεται ο «εμφύλιος» στη Δικαιοσύνη για τα όρια ηλικίας


Θύελλα αντιδράσεων στον νομικό κόσμο της χώρας έχει προκαλέσει η ανακίνηση της αύξησης των ηλικιακών ορίων για την αποχώρηση των δικαστικών λειτουργών (από τα 67 στα 70 έτη), καθώς οι κύριες δικαστικές ενώσεις, έγκριτοι πανεπιστημιακοί, πρόεδροι δικηγορικών συλλόγων κ.λπ. την αποκρούουν, εάν δεν αλλάξει προηγουμένως το Σύνταγμα.

Η πρωτοβουλία της προέδρου του Αρείου Πάγου Β. Θάνου να συγκαλέσει την Ολομέλεια ΑΠ για το θέμα αυτό έχει οδηγήσει σε έντονη «εμφυλιοπολεμική» αντιπαράθεση τη Δικαιοσύνη, καθώς οι δικαστικές ενώσεις θεωρούν αδιανόητη μια τέτοια νομοθετική τροποποίηση ως αντίθετη στο γράμμα του Συντάγματος (όπως και οι δικηγόροι), ενώ παράλληλα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι τέτοιες θέσεις προκαλούν μοιραία αντίστοιχες τάσεις αύξησης στα συνταξιοδοτικά όρια ηλικίας και άλλων κατηγοριών εργαζομένων.
Με ομοβροντία ανακοινώσεων, οι Ενώσεις Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ), δικαστών του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των Διοικητικών Δικαστών αποδοκιμάζουν εκ των προτέρων κάθε προσπάθεια να δοθεί διαφορετική ερμηνεία στη σαφή συνταγματική διάταξη που θεσπίζει συγκεκριμένα όρια ηλικίας, ενώ η πρόεδρος ΑΠ, υπεραμυνόμενη του δικαιώματός της να συγκαλεί την Ολομέλεια, χαρακτηρίζει αδικαιολόγητες τις αντιδράσεις του νομικού κόσμου, ως «ανεπίτρεπτη προσπάθεια επηρεασμού και παρεμπόδισης της ελεύθερης έκφρασης γνώμης» ως «σαφή παρέμβαση για την έκδοση της απόφασης του ΑΠ» και ζητεί να αφεθούν οι αρεοπαγίτες ανεπηρέαστοι να αποφασίσουν.
«Καμία ερμηνεία»
Σε ανακοίνωση της Ενωσης ΣτΕ, που συνυπογράφουν 5 ανώτατοι δικαστές (υπό τον πρόεδρό της Ε. Αντωνόπουλο), αφού αναλύεται η νομολογία ΣτΕ και Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, επισημαίνεται ότι «το Σύνταγμα δεν επιδέχεται αντίθετη ερμηνεία, που θα ανέτρεπε την ασφάλεια δικαίου, στην οποία αποβλέπει κάθε πολίτης και την οποία είναι ταγμένοι να υπηρετούν οι δικαστές».
Παράλληλα τονίζεται ότι συζήτηση για αλλαγή ορίων ηλικίας μπορεί να γίνει μόνο για διατύπωση πρότασης στο πλαίσιο συνταγματικής αναθεώρησης, καθώς «οποιαδήποτε άλλη λύση δίνει τη δυνατότητα να ανατρέπονται διατάξεις του Συντάγματος με σαφές και ανεπιφύλακτο περιεχόμενο».
Η αιχμηρή ανακοίνωση εξηγεί μέσω δικαστικών αποφάσεων και πρακτικών κατάρτισης του Συντάγματος ότι το όριο ηλικίας (ως προσωπική και λειτουργική εγγύηση της δικαστικής ανεξαρτησίας) θεσπίστηκε συνταγματικά για να αποτρέψει νομοθετικές παρεμβάσεις για παράταση της παραμονής ή πρόωρη απομάκρυνση ανώτατων δικαστών, για να διασφαλίσει την ανανέωση προσώπων στις ανώτατες θέσεις της δικαστικής ιεραρχίας, ως βασική επιλογή ενός δημοκρατικού πολιτεύματος.
Οι δικαστές του ΣτΕ θυμίζουν ότι η θέσπιση ορίου στο Σύνταγμα του 1975 οφείλεται στις πικρές εμπειρίες που έζησε το δικαστικό σώμα, με σκοπό την εκκαθάρισή του από πρόσωπα «μη αρεστά» στην εκτελεστική εξουσία και την προώθηση άλλων που θεωρούνταν «ημέτεροι», όπως έγινε με παρεμβάσεις της δικτατορικής κυβέρνησης Μεταξά, των κατοχικών κυβερνήσεων και στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου.
Προσθέτουν ότι τις ηλικιακές μεταβολές (για απομάκρυνση τότε προέδρου ΑΠ) έκρινε αντισυνταγματικές η Ολομέλεια ΣτΕ, και κατόπιν το Σύνταγμα, έχοντας επίγνωση των ανωμαλιών και της προσπάθειας ποδηγέτησης της Δικαιοσύνης, ρύθμισε εξαντλητικά τα όρια ηλικίας των δικαστών, αφαιρώντας τη σχετική εξουσία από τον νομοθέτη…

«Είναι εντελώς αβάσιμοι οι ισχυρισμοί για διακρίσεις»

Ομαδικά πυρά κατά της πρωτοβουλίας της προέδρου ΑΠ εξαπέλυσαν 14 συνταγματολόγοι, επισημαίνοντας ότι η συνταγματική διατύπωση πως οι δικαστές «αποχωρούν υποχρεωτικά» (στις 30 Ιουνίου του έτους στο οποίο συμπληρώνουν τα 67), δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ερμηνευθεί ότι σημαίνει «αποχωρούν αν το θέλουν».
Εντελώς αβάσιμους χαρακτηρίζουν τους ισχυρισμούς της περί διακρίσεων σε βάρος των δικαστικών λειτουργών (επειδή αυξήθηκαν αλλά όρια συνταξιοδότησης), επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχουν αντισυνταγματικές συνταγματικές διατάξεις, διαφορετικά κάθε ηλικιακός προσδιορισμός στο Σύνταγμα (ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να είναι τουλάχιστον 40 ετών) θα μπορούσε να θεωρηθεί ως διάκριση.

«Εωλη»
Τονίζουν ότι ο ΑΠ καλείται να υιοθετήσει μια ερμηνεία αντισυνταγματική, έωλη, που απειλεί να πλήξει ανεπανόρθωτα το κύρος του και τη δεσμευτικότητα του Συντάγματος και ότι η εισήγηση της προέδρου πρέπει να απορριφθεί χωρίς δισταγμούς και επιφυλάξεις, γιατί μόνο έτσι θα διασφαλιστεί το κύρος της δικαιοσύνης και του Συντάγματος.
Τη δήλωση υπογράφουν οι πανεπιστημιακοί Ν. Αλιβιζάτος, Σ. Βλαχόπουλος, Γ. Γεραπετρίτης, Τ. Ηλιοπούλου-Στράγγα, Ιφ. Καμτσίδου, Γ. Κασιμάτης, Ξ. Κοντιάδης, Α. Μανιτάκης, Π. Μαντζούφας, Λ. Παπαδοπούλου, Γ. Σωτηρέλης, Ι. Τασόπουλος, Σ. Τσακυράκης, Π. Φουντεδάκη. Αντίστοιχα αντέδρασαν ο συνταγματολόγος Ι. Δρόσος και οι πρώην πρόεδροι ΔΣΑ Δ. Παξινός, Ι. Αδαμόπουλος.



About Unknown

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου